Ο προσδιορισμός των ψυχροσυγκολλητινών στον ορό, χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική εξέταση για τη διάγνωση της άτυπης πνευμονίας από Μυκόπλασμα καθώς και στη διερεύνηση ορισμένων αιμολυτικών αναιμιών.
Συγκολλητίνες γενικά, ονομάζονται τα αντισώματα τα οποία προκαλούν τα ερυθρά αιμοσφαίρια να συσσωματώνονται ή να συγκολλούνται. Αυτά τα αντισώματα μπορούν να προκαλέσουν αιμολυτική αναιμία. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ποιό είδος συγκολλητινών προκαλούν την αιμολυτική αναιμία, έτσι ώστε να μπορεί να ξεκινήσει η κατάλληλη θεραπεία. Οι ψυχροσυγκολλητίνες είναι δραστικές σε χαμηλές θερμοκρασίες. Αυτά τα αντισώματα, τα οποία είναι κυρίως της κλάσης IgM, είναι πιο δραστικά σε θερμοκρασίες κάτω των 37° C και γι’ αυτό χρησιμοποιείται ο όρος “ψυχρό-“.
Η εξέταση χρησιμοποιείται για τη διάγνωση αιμολυτικής αναιμίας λόγω της παρουσίας ψυχροσυγκολλητινών (νόσος εκ ψυχροσυγκολλητινών) και συχνά για την έμμεση διάγνωση της άτυπης πνευμονίας που προκαλείται από το Mycoplasma pneumoniae. Οι ψυχροσυγκολλητίνες συνήθως αυξάνονται 8 έως 10 ημέρες μετά την έναρξη της άτυπης πνευμονίας, κορυφώνονται 12 έως 25 ημέρες μετά και αρχίζουν να μειώνονται 30 ημέρες μετά την εκδήλωση.
Τα αντιβιοτικά μπορεί να επηρεάσουν τη δημιουργία ψυχροσυγκολλητινών.