Δεοξυπυριδινολίνη (DPD) Ούρων
Με την αυξημένη χρήση των μετρήσεων οστικής πυκνότητας, η οστεοπόρωση μπορεί πλέον να διαγνωστεί και να αντιμετωπιστεί πιο εύκολα. Αυτό έχει προκαλέσει το έντονο ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για τους βιοχημικούς δείκτες του οστικού μεταβολισμού. Τα οστά συνεχώς ανακυκλώνονται, απορροφώνται και επανασχηματίζονται. Η απορρόφηση των οστών γίνεται από τους οστεοκλάστες και ο σχηματισμός των οστών από τους οστεοβλάστες. Η οστεοπόρωση αποτελεί μια κοινή ασθένεια των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών και συνδέεται με την αυξημένη απορρόφηση των οστών και το μειωμένο σχηματισμό τους. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία λεπτών και αδύναμων οστών τα οποία είναι επιρρεπή σε κατάγματα. Η οστεοπόρωση αναγνωρίζεται τώρα ολοένα και περισσότερο και σε ηλικιωμένους άνδρες. Η έγκαιρη διάγνωση επιτρέπει την θεραπευτική παρέμβαση και την πρόληψη καταγμάτων στα οστά.
Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στον προσδιορισμό της οστεοπόρωσης, δεν μπορεί όμως να αναγνωρίσει μικρές αλλαγές στον μεταβολισμό των οστών. Αν και οι μετρήσεις της οστικής πυκνότητας μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας, χρειάζεται να περάσουν χρόνια για να μπορέσει να ανιχνεύσει μετρήσιμες αλλαγές στην πυκνότητα των οστών. Οι Βιοχημικοί Δείκτες Μεταβολισμού των Οστών (BTMs) ωστόσο, μπορούν να προσδιορίσουν τις όποιες μεταβολές μέσα σε λίγους μήνες μετά τη εφαρμογή μιας επιτυχούς θεραπείας. Επιπλέον, το κόστος των μετρήσεων των BTMs είναι γενικά χαμηλότερο από το αντίστοιχο κόστος της μέτρησης της οστικής πυκνότητας.
Επειδή τα επίπεδα των Βιοχημικών Δεικτών Μεταβολισμού των Οστών ποικίλλουν ανάλογα με την ώρα της ημέρας και των όγκων των οστών, οι μετρήσεις τους δεν χρησιμοποιούνται ως εξετάσεις ρουτίνας για την ανίχνευση της οστεοπόρωσης. Οι χρήσεις τους είναι πολύ βοηθητικές στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας, συγκρίνοντας τις με τις αντίστοιχες τιμές πριν την εφαρμογή της θεραπείας. Τα επίπεδα των BTMs μειώνονται με τη χρήση φαρμάκων αντι-απορρόφησης (π.χ. οιστρογόνα, διφωσφονικά, καλσιτονίνη, ραλοξιφαίνη). Οι Βιοχημικοί Δείκτες Μεταβολισμού των Οστών έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να προβλέπουν με ακρίβεια την βελτίωση της οστικής πυκνότητας και την αποτελεσματικότητα της θεραπείας ενώ είναι επίσης χρήσιμοι στην τεκμηρίωση της συμμόρφωσης των ασθενών με τη θεραπεία.
Η Δεοξυπυριδινολίνη (DPD, D–Pyrilinks) σχηματίζεται στη διάρκεια της ωρίμανσης του κολλαγόνου τύπου 1 κατά τη δημιουργία νέου οστού. Κατά τη διάρκεια της απορρόφησης του οστού, αυτά τα μόρια απελευθερώνονται στην κυκλοφορία και στη συνέχεια αποβάλλονται στα ούρα χωρίς επιπλέον μεταβολισμό.
Διεύθυνση : Πρωτεσιλάου 93 & Δαναών 69, Ίλιον 131 22
Τηλέφωνο : 210-2628860
Email : info@biomorfi.gr