Δείκτης Ελεύθερης Θυροξίνης (FTI)

Ο δείκτης ελεύθερης θυροξίνης εκτιμάει την ποσότητα της κυκλοφορούσας ελεύθερης θυροξίνης, χρησιμοποιώντας τη μέτρηση της ολικής θυροξίνης και της δεσμευτικής ικανότητας των πρωτεϊνών του ορού για τη θυροξίνη.

Ο προσδιορισμός της συγκέντρωσης της ολικής θυροξίνης (Τ4) είναι σημαντικός στην εργαστηριακή διάγνωση για τη διαφοροποίηση μεταξύ των καταστάσεων ευθυρεοειδισμού, υπερθυρεοειδισμού και υποθυρεοειδισμού. Καθώς το κύριο κλάσμα της ολικής θυροξίνης δεσμεύεται σε μεταφορικές πρωτεΐνες του πλάσματος (σφαιρίνη δεσμεύουσα τη θυροξίνη – TBG, προαλβουμίνη και αλβουμίνη), ο προσδιορισμός της ολικής Τ4 παρέχει τις σωστές πληροφορίες μόνον όταν η δεσμευτική ικανότητα της θυροξίνης στον ορό είναι φυσιολογική. Όταν η παρουσία των πρωτεϊνών δέσμευσης της θυροξίνης δεν είναι φυσιολογική, η μέτρηση της ολικής Τ4 δεν είναι αξιόπιστος δείκτης της κατάστασης του θυρεοειδούς. Για παράδειγμα, η αύξηση των επιπέδων των πρωτεϊνών που δεσμεύουν την θυροξίνη μπορεί να προκαλέσουν αυξημένα επίπεδα ολικής Τ4 παρά τα φυσιολογικά επίπεδα ελεύθερης Τ4 και την κανονική λειτουργία του θυρεοειδούς.

Η δεσμευτική ικανότητα των θυρεοειδικών ορμονών ή δοκιμασία Τ πρόσληψης, προσφέρει ένα μέτρο των διαθέσιμων θέσεων δέσμευσης της θυροξίνης. Ο προσδιορισμός του δείκτη ελεύθερης θυροξίνης (FTI) λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές των πρωτεϊνικών φορέων των θυρεοειδικών ορμονών και των επιπέδων της θυροξίνης. Η μέτρηση του δείκτη ελεύθερης θυροξίνης επηρεάζεται από φάρμακα ή καταστάσεις που μεταβάλλουν τα επίπεδα της TBG και από φάρμακα που ανταγωνίζονται με τις Τ4 και Τ3 για τις ίδιες θέσεις πρόσδεσης επί των πρωτεϊνών.

Η άμεση μέτρηση της ελεύθερης θυροξίνης (Free T4) τείνει να αντικαταστήσει την εξέταση FTI στις περισσότερες κλινικές καταστάσεις.

Ανεξάρτητα από τον τύπο, η ανεπάρκεια της Α1-αντιθρυψίνης επιτρέπει σε πρωτεολυτικά ένζυμα να προκαλέσουν βλάβη των ιστών του πνεύμονα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση σοβαρού εμφυσήματος στην αρχή της ενηλικίωσης. Η ανεπάρκεια της Α1-αντιθρυψίνης ευθύνεται για λιγότερο από το 1% των περιπτώσεων χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ).

Μπορεί να υπάρξουν υποψίες για ανεπάρκεια Α1-αντιθρυψίνη σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή ΧΑΠ πριν από την ηλικία των 50 ετών στις εξής περιπτώσεις:

  • Ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό ανεπάρκειας Α1-αντιθρυψίνης
  • Σε χρόνια βρογχίτιδα με απόφραξη των αεραγωγών σε ασθενείς που δεν έχουν καπνίσει ποτέ
  • Σε βρογχεκτασίες ελλείψει σαφών παραγόντων κινδύνου
  • Σε κίρρωση του ήπατος, επίσης χωρίς προφανείς παράγοντες κινδύνου

Διεύθυνση : Πρωτεσιλάου 93 & Δαναών 69, Ίλιον 131 22

Τηλέφωνο : 210-2628860

Email : info@biomorfi.gr

Close
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη δυνατή εμπειρία σας !
Close