Περισσότερες Πληροφορίες
Μαζί με την ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (hCG) οι τρεις γλυκοπρωτεϊνικές ορμόνες της υπόφυσης LH, FSH και TSH αποτελούνται από δύο υπομονάδες, την α- και την β-υπομονάδα, συνδεδεμένες μη ομοιοπολικά μεταξύ τους. Ενώ η β-υπομονάδα είναι ειδική για κάθε ορμόνη και οι 4 ορμόνες έχουν την ίδια κοινή α-υπομονάδα. Οι ελεύθερες υπομονάδες δεν είναι βιολογικά δραστικές και πρέπει να είναι συνδεδεμένες οι α και β υπομονάδες μεταξύ τους προκειμένου να εκδηλωθεί η συγκεκριμένη και ειδική ορμονική δράση.
Η α-υπομονάδα είναι πανομοιότυπη για τις τρεις ορμόνες της υπόφυσης και τη χοριακή γοναδοτροπίνη. Αποτελείται από 92 αμινοξέα και κωδικοποιείται από ένα μόνο γονίδιο. Η α-υπομονάδα εκκρίνεται κατά ώσεις από κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης. Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, ο ρυθμός έκκρισης της συμπίπτει με τις διακυμάνσεις της LH, γεγονός που υποδηλώνει ότι η LHRH παίζει κάποιο ρόλο στη ρύθμιση της έκκρισής της. Φυσιολογικές παραλλαγές και φαρμακολογική διέγερση ή αναστολή των ορμονών της υπόφυσης συνοδεύονται από παράλληλες αλλαγές στην α-υπομονάδα. Υπάρχει, ωστόσο, μια εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα και η οποία παρατηρείται κατά τη διάρκεια μακροχρόνιας θεραπείας με αγωνιστές της LHRH, όπου η οι συγκεντρώσεις της α-υπομονάδας παραμένουν υψηλές, ενώ οι συγκεντρώσεις της LH και της FSH είναι πολύ χαμηλές.